Περιεχόμενα Τεύχους 97
ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΜΦΙΣΒΗΤΕΙ
ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ
Είναι περισσότερο από εμφανής η αντίφαση μεταξύ πολιτικής ισότητας και κοινωνικών α¬νισοτήτων, η οποία εμφανίστηκε ιδιαίτερα προβληματική και συγκρουσιακή τον 20ο αιώνα. Η εμφάνιση των κοινωνικών δικαιωμάτων εκφράζει την τάση για μεγαλύτερη κοινωνική ισότητα στους πολίτες. Η οντότητα του Πολίτη συγκροτείται ιστορικά από τρία συστατικά στοιχεία: το ατομικό, το πολιτικό και το κοινωνικό.
Τον 18ο αιώνα θεσμοθετούνται τα ατομικά δικαιώματα (Γαλλική Επανάσταση και Αμερικάνικη Επανάσταση) ως αναγκαιότητα για την ατομική και συλλογική ελευθερία (προσωπική ελευθερία, η ελευθερία του Λόγου, το δικαίωμα της ιδιοκτησίας και της απονομής της δικαιοσύνης).
Τον 19ο αιώνα θεσμοθετούνται τα πολιτικά δικαιώματα ως δευτερογενές αποτέλεσμα των α¬τομικών δικαιωμάτων που παραπέμπει στο δικαίωμα συμμετοχής του Πολίτη στην άσκηση της πολιτικής εξουσίας. Επιτρέπεται πλέον στον Πολίτη να συμμετέχει στην άσκηση της εξουσίας ως μέλος ενός σχηματισμού που έχει πολιτική εξουσία ή ως εκλογέας των μελών του πολιτικού σχηματισμού. Η ανάπτυξη της Δημοκρατίας επιφέρει σιγά – σιγά την επέκταση των πολιτικών δικαιωμάτων -που στο παρελθόν αποτελούσαν προνόμια των λίγων- σε νέα τμήματα του Λαού.
Τον 20ο αιώνα θεσμοθετούνται τα κοινωνικά δικαιώματα και συμβολίζουν την ανάπτυξη του κοινωνικού κράτους στη Δυτική Ευρώπη. Πρόκειται για τα δικαιώματα τα οποία στοχεύουν να γεφυρώσουν την αντίθεση τυπικής – ουσιαστικής ισότητας εξασφαλίζοντας την ουσία της ελευθερίας των Πολιτών. Τα κοινωνικά δικαιώματα έχουν δύο σημαντικές προεκτάσεις: την κοινωνική αλληλεγγύη και την ενίσχυση της κοινωνικής Δημοκρατίας.
Η θετική παρέμβαση του Κράτους αποτελεί πρωταρχική προϋπόθεση για την πραγμάτωση των δικαιωμάτων, γιατί ως νομοθετική και εκτελεστική εξουσία εξειδικεύει τις προϋποθέσεις άσκησης των δικαιωμάτων και ταυτόχρονα διαθέτει τους αναγκαίους πόρους συστήνοντας τους κρατικούς μηχανισμούς.
Διαμορφώνει δηλαδή δημόσιες πολιτικές που περιλαμβάνουν τη δημιουργία των δημόσιων υπηρεσιών που θα υλοποιήσουν τα θεσμοθετημένα δικαιώματα. Οι δημόσιες υπηρεσίες είναι μηχανισμοί κάλυψης βασικών κοινωνικών αναγκών διότι παρέχουν τη δυνατότητα αξιοποίησης των δικαιωμάτων και επέλευσης των αποτελεσμάτων τους. Αποτελούν τους αρμούς της εξουσίας και είναι των μήλο της έριδας για τους κομματικούς, πολιτικούς και ιδεολογικούς μηχανισμούς που μάχονται λυσσαλέα να τους ελέγξουν.
Η δημόσια υπηρεσία είναι Συνταγματικά και νομοθετικά: α) η εγγύηση ότι ο κάθε Πολίτης με οποιαδήποτε σχέση με τον δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα θα έχει πρόσβαση σε αγαθά βασικά για την ικανοποίηση των αναγκών του, και β) η εγγύηση της άσκησης των θεμελιωδών του δικαιωμάτων. Όμως, στο νέο αγοραίο διοικητικό πρότυπο που εδραιώνει σταδιακά την ηγεμονία του, το άτομο Πολίτης γίνεται φορέας δικαιωμάτων συνδεδεμένων με την αγορά ως «στέλεχος ή πελάτης ή καταναλωτής» που έχει ιδιαίτερες ατομικές ανάγκες, προτιμήσεις και συναλλαγές.
Παρά την έντονη πολιτικοποίηση και ιδεολογικοποίηση των ατομικών δικαιωμάτων δεν είναι όλοι οι Πολίτες στελέχη ή πελάτες ή καταναλωτές. Έχουμε πλέον στρατιές «Πολιτών» που είναι αποκλεισμένοι ή βρίσκονται σε κίνδυνο αποκλεισμού. Στην ιδεολογία του αγοραίου μοντέλου ο «απαιτητικός Πολίτης» εμφανίζεται ενισχυμένος σε σχέση με τον «αποκλεισμένο Πολίτη».
Οι καθολικές παροχές, στη βάση της ισότητας, αρχίζουν να αμφισβητούνται προς όφελος των πολιτικών, στις οποίες ιδιαίτερο ρόλο και σημασία έχουν πλέον τα κριτήρια επιλεξιμότητας. Αυτά προσδιορίζουν τελικά τους δυνητικά επωφελούμενους, διαμορφώνοντας στενές κατηγορίες δικαιούχων. Η αποτελεσματικότητα νοείται ως επικέντρωση μόνο στις ομάδες αυτές και με επιτηδευμένες νομοθετικές αιτιολογήσεις αποκλείονται διάφορες περιπτώσεις δικαιούχων. Είναι περισσότερο από εμφανές ότι εδώ και μια δεκαετία τα διάφορα ισχυρά λόμπυ στο πολιτικό και εκπαιδευτικό σύστημα έστησαν και στήνουν νομοθετικό τείχος διακρίσεων και αποκλεισμών με τα κριτήρια που εισήγαγαν στους διορισμούς και στην επιλογή στελεχών στη δημόσια εκπαίδευση. Μπροστά στην εξυπηρέτηση του πελατειακού τους ακροατηρίου ξεπερνώντας κάθε όριο ψηφοθηρικής λογικής πριμοδότησαν απλόχερα με υπερβολική μοριοδότηση τα κοινωνικά κριτήρια και τους τίτλους σπουδών βάζοντας πλαφόν μορίων στοχεύοντας στον αποκλεισμό αιτούντων με αυξημένα επιστημονικά προσόντα.
Τα κομματικά επιτελεία με αλλότριες κοπτοραπτικές λογικές -έχοντας μελετήσει συστηματικά τους φακέλους των υποψηφίων στελεχών μάκραιναν ή κόνταιναν τη μοριοδότηση κόβοντας και αποκλείοντας αξιόλογα στελέχη που έδωσαν δείγματα γραφής για τον εκδημοκρατισμό του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος. Οι ηγεσίες του Υπουργείου Παιδείας επί των ημερών του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Δημοκρατίας προσφάτως ανακάλυψαν πρωτοφανή -για την Ευρώπη- κριτήρια αποκλεισμού από τη διαδικασία επιλογής στελεχών της εκπαίδευσης. Θεσμοθέτησαν τον αποκλεισμό υποψηφίων που δεν είχαν Πιστοποιητικά ξένων γλωσσών, ενώ ορθώς έδωσαν μόρια. Αυτό το κριτήριο δεν υπάρχει σε καμιά χώρα που το πολίτευμα της είναι η αστική κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Οι ίσες ευκαιρίες και η ισότητα στο Δικαίωμα να διεκδικήσει ο κάθε δημόσιος υπάλληλος τη συμμετοχή στον Πίνακα επιλογής στελεχών ακυρώνεται με τα κριτήρια αποκλεισμών που θέτει. Μίκρυναν τη μοριοδότηση του μεταπτυχιακού τίτλου Γενικής Αγωγής ή Ειδικής Αγωγής, και στην επιλογή στελεχών στα ΚΕΔΑΣΥ δεν μοριοδοτούν τον μεταπτυχιακό τίτλο Ειδικής Αγωγής του Μαράσλειου Διδασκαλείου με την παιδαριώδη δικαιολογία ότι δεν το είχαν το ΕΕΠ και οι καθηγητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.
Με όρους αποκλεισμού και περιορισμού των δικαιωμάτων των εργαζομένων στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα κινείται το πελατειακό κομματικό Κράτος και στα ζητήματα των διορισμών, των μεταθέσεων και των αποσπάσεων. Αφού παραφούσκωσαν υπερβολικά τα μόρια των κοινωνικών κριτηρίων με νομοθετικές ρήτρες, προτάσσουν αυτές τις κοινωνικές κατηγορίες αποκλείοντας -στον αιώνα τον άπαντα- το δικαίωμα διορισμού ή μετάθεσης ή απόσπασης εργαζομένων που δεν έχουν μόρια από τα κοινωνικά κριτήρια.
Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής – Π.Ε.Σ.Ε.Α. καλεί την Κυβέρνηση και τα Πολιτικά Κόμματα να σκύψουν με υπευθυνότητα στα καίρια ζητήματα των Δικαιωμάτων των εργαζομένων στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα και να δώσουν ένα τέλος στις διακρίσεις και τους αποκλεισμούς που μεθοδεύουν.
Σημείωμα του Διευθυντή Έκδοσης